Ήταν 5 η ώρα όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο φίλος
μου ο Γιάννης. Εκείνη την ώρα ασχολιόμουν με τη γη, τη γη που σε αυτόν το τόπο
μας δίνει ζωή.
-
Πού βρίσκεσαι; μου λέει, ήρθε η ώρα να
ανεβάσουμε τη σημαία.
Είχαν προηγηθεί δύο απόπειρες. Δύο φορές βάλαμε
σημαία στον πιο επιβλητικό βράχο στα Γαλανά νερά αλλά την πήρε ο αέρας σαν
κάποια άλλη που την πήρε ο αέρας σε ένα βράχο στο Αιγαίο το ΄96. Αυτή τη φορά
όμως όχι. Θα μείνει εκεί για να την αγναντεύουν όλοι στο πιο ψηλό σημείο.
Μια παρέα παιδιών από το Λουτράκι με δικά της έξοδα,
με δικιά της πρωτοβουλία που σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που δοκιμάζεται η
πίστη και η αφοσίωση του καθενός δείξανε το σθένος τους, δείχνουνε την αγάπη
τους σε μια πατρίδα που τους πληγώνει. Αλλά αυτοί το έχουν βάλει πείσμα να
αγαπούν και να προσφέρουν χωρίς αντάλλαγμα.
«οὐ γὰρ ἂν ἔλεγον, εί μὴ μεγάλως ἐκηδόμην συναπάσης τῆς Ἑλλάδος.
Αὐτός τε γὰρ Ἕλλην γένος εἰμὶ τὠρχαῖον καὶ ἀντ' ἐλευθέρης δεδουλωμένην οὐκ ἂν ἐθέλοιμι
ὁρᾶν τὴν Ἑλλάδα... Εἰμὶ δὲ Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών»
Δεν θα έλεγα αυτά τα λόγια, αν δεν φρόντιζα πάρα πολύ για
την Ελλάδα ολόκληρη.
Διότι και εγώ είμαι Έλληνας από Αρχαίο γένος και δεν θα ήθελα να βλέπω υποδουλωμένη, αντί ελεύθερη την Ελλάδα. Είμαι ο Αλέξανδρος ο Μακεδών.
Διότι και εγώ είμαι Έλληνας από Αρχαίο γένος και δεν θα ήθελα να βλέπω υποδουλωμένη, αντί ελεύθερη την Ελλάδα. Είμαι ο Αλέξανδρος ο Μακεδών.
Αλέξανδρος ο Α’,
υιός του Αμύντα και βασιλιάς της
Μακεδονίας